Τρίτη 17 Μαρτίου 2015

ΤΟΞΙΚΟΜΑΝΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΣ

Παίρνοντας το δρόμο της φυγής διαμέσου των ουσιών ο τοξικομανής «επιλέγει» ένα συγκεκρι­μένο τρόπο ζωής. Η επιλογή, όμως, αυτή δεν απο­τελεί μια ελεύθερη επιλογή, όπως θέλουν να την παρουσιάζουν όσοι κάνουν αφαίρεση του κοινω­νικού χαρακτήρα του προβλήματος. Η επιλογή των ουσιών από τον έφηβο γίνεται σε κάποια στιγμή κορύφωσης του προσωπικού του αδιεξόδου, που καθιστά αφόρητη γι’ αυτόν την πραγματικότητα που ζει. Υπαγορεύεται από όλους εκείνους τους λό­γους, ατομικούς και κοινωνικούς, που γίνονται πη­γή μιας τεράστιας δυσφορίας που τον ωθεί στην αναζήτηση τρόπων φυγής από τη μοναξιά και την απελπισία του. Η επιρρέπειά του στη χρήση ουσιών, άμεση συνέπεια της ευαλωτότητας του ψυχισμού του, αντανακλά την κοινωνική ευαλωτότητα, τη διάρρηξη των κοινωνικών δεσμών και την από­λυτη εξατομίκευση.
koinonia
Η χρήση των ουσιών ισοδυναμεί με ένα «χη­μικό νάρθηκα», που όμως δεν τον στηρίζει, αλλά αντίθετα τον καταδυναστεύει. Γιατί η χρήση και η εξάρτηση από τις ουσίες αποτελεί μια τυραννική εμπειρία, που τον εκμηδενίζει ως σκεπτόμενο και δρών κοινωνικό άτομο. Έτσι αναπτύσσεται μια δυ­ναμική που τροφοδοτεί την περιθωριακότητα και τροφοδοτείται απ’ αυτήν.
Μέσα στον άγριο κόσμο των ουσιών, όταν πια εγκατασταθεί η εξάρτηση ως τρόπος ζωής, όλα αυτά τα μοναχικά άτομα, χαμένα στην ανωνυμία τους, τραγικές μέσα στη μοναξιά την απελπισία και την εξαθλίωση, «σκιές ανθρώπων», περιφέρουν στις πλατείες τα σώματα τους κουβαλώντας στις πλάτες τους το βάρος μιας ζωής χωρίς νόημα. Το μόνο που μπορεί πια να κινήσει την προσοχή και το ενδιαφέρον τους είναι η εξασφάλιση της πολυ­πόθητης «δόσης». Έχοντας διαρρήξει οικογενεια­κούς και κοινωνικούς δεσμούς, επιβιώνουν με με­γάλη δυσκολία στο περιθώριο χωρίς να είναι σε θέση να αρθρώσουν το δικό τους λόγο και να ασκήσουν τα ατομικά, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα τους, ενώ οι διακρίσεις και οι προκατα­λήψεις που λειτουργούν σε βάρους τους κάνουν εξαιρετικά δυσχερή ακόμη και την πρόσβαση τους στις υπηρεσίες υγείας, προκειμένου να αντιμετω­πίσουν προβλήματα που απειλούν όχι απλά την υγεία αλλά ακόμα και τη ζωή τους.
Σ’ αυτή την κατάσταση η ζωή τους μπορεί να ελέγχεται απόλυτα από τις δυνάμεις και τους μη­χανισμούς της βιοεξουσίας. Στις συνθήκες της ημι- παρανομίας, όπου υποχρεώνονται να διαβιώνουν πέφτοντας στα γρανάζια της βίας του κατασταλτι­κού μηχανισμού και των νόμων που τον στηρίζουν, χάνουν σιγά-σιγά την κοινωνική τους υπόσταση, καθώς μετατρέπονται σε αντικείμενα χειραγώγη­σης της σκέψης και της συμπεριφοράς από το σύ­στημα, που οι ίδιοι μπορεί να απεχθάνονται.
Κοινωνία και ψυχική υγεία
Υπηρετώντας τις ανάγκες της βιοεξουσίας η επίσημη, βιολογικής κατεύθυνσης Ψυχιατρική, υπο­στηρίζει ότι οι εξαρτήσεις (addictions) οφείλονται σε βλάβες του εγκεφάλου, που δημιουργούν μια χρονία και εν πολλοίς -ανίατη- νόσο.
Έτσι, ιατρικοποιώντας κοινωνικές συμπεριφο­ρές και πολύ περισσότερο κοινωνικά φαινόμενα η Επιστήμη, με πρώτη την Ιατρική στην επίσημη εκ­φορά του επιστημονικού της λόγου, διολισθαίνει στον βιολογικό αναγωγισμό. Χρησιμοποιεί το κύ­ρος της για να αποδώσει κοινωνικά φαινόμενα και προβλήματα σε βιολογικούς παράγοντες, στομώ­νοντας την κοινωνική κριτική και απενοχοποιώντας το κοινωνικό σύνολο.
Θέτει ολόκληρο το σώμα γνώσης της στην υπη­ρεσία της βιοεξουσίας και της βιοπολιτικής, προτείνοντας ως «λύση» κοινωνικών κατά βάση προβλημάτων κάποιες βιολογικού τύπου θεραπείες. Υποστηρίζοντας ότι η αντιμετώπιση της τοξικομα­νίας μέσα από τα προγράμματα των υποκαταστάτων αποτελεί «θεραπεία», τείνει να καταργήσει την απόσταση που χωρίζει την απεξάρτηση από την συντήρηση της εξάρτησης ως τρόπου ζωής. Τεί­νει να αμβλύνει τη διαφορά ανάμεσα στο στόχο της ριζικής αλλαγής λειτουργιών και συμπεριφορών, στις οποίες ανάγεται η θεραπεία απεξάρτησης του συγκεκριμένου ατόμου και στο στόχο του περιορι­σμού της βλάβης που προκαλεί η χρήση σ’ αυτό αλλά και στην κοινωνία.
Κοινωνία και Ψυχική Υγεία
Τείνει να παρουσιάσει ως περίπου ανέφικτη αυ­τή την αλλαγή και ως μόνη ρεαλιστική λύση τη νό­μιμη χορήγηση της δόσης και έτσι τη διαιώνιση της παραμονής αυτού του ατόμου στην περιθω­ριοποίηση, την απάθεια, την αδιαφορία, την απώ­λεια της ανθρώπινης, δηλαδή της κοινωνικής ου­σίας της υπόστασης του, στην οποία τον καταδικά­ζει η εξάρτησή του.
Μ’ αυτό τον τρόπο όμως η θεραπεία, ενδεδυμένη με τον ιατρικό της μανδύα, γίνεται το πιο απο­τελεσματικό μέσον κοινωνικού ελέγχου όχι μόνο του συγκεκριμένου ατόμου αλλά όλου αυτού του πληθυσμού.
Κοινωνία και Ψυχική Υγεία
Χαρακτηρίζοντας τον τοξικομανή ως χρόνιο άρ­ρωστο προσδίδει ένα σταθερό χαρακτήρα -πιθανώς και γενετικά καθοριζόμενο όπως υποστηρίζουν ορι­σμένοι- στη χρήση ουσιών και τον στιγματίζει ανεξίτηλα. Ο αποκλεισμός του στιγματισμένου από τις τάξεις των «κανονικών» αποβλέπει κατά πρώτο λόγο στο να εξουδετερώσει την απειλή που αυτός -μαζί με όλους τους «διαφορετικούς»- αντιπροσωπεύει για την κοινωνία. Η απειλή αφορά βασικά τη δημόσια τάξη και ασφάλεια αλλά και τις κυρίαρ­χες ιδεολογικές αντιλήψεις και αξίες. Μέσα από την δημόσια προβολή από τον Τύπο -και όλα τα ΜΜΕ- της συγκεκριμένης εικόνας του τοξικομανή ως ασθενούς και μέσα από τη μετατροπή του σε αντι­κείμενο συζήτησης ανάμεσα σε κοινωνικές ομάδες και ιδεολογικούς χώρους διαμορφώνονται οι όροι του στιγματισμού του και τροφοδοτούνται οι προκα­ταλήψεις και οι διακρίσεις σε βάρος του ίδιου και του άμεσου, οικογενειακού και άλλου, περιβάλλοντος του. Έτσι ο τοξικομανής είναι πολλαπλά απο­κλεισμένος από τα αγαθά και τις υπηρεσίες που προσφέρει μια κοινωνία στα μέλη της, ενώ μπορεί να του καταλογιστεί συγχρόνως ότι είναι υπαίτιος της κατάστασης του, επειδή ο ίδιος την έχει επιλέξει. Είναι ακριβώς αυτή η ιδιαιτερότητα που βασί­ζεται στην ελεύθερη επιλογή των ατόμων για χρήση καταστροφικών ουσιών, που κοστίζει τελικά στον τοξικομανή τον κοινωνικό του αποκλεισμό. Τα δικά του ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα καθορίζονται από τη σχέση που έχει ενίοτε με την ψυχιατρική, τη δικαιοσύνη ή τις κοινωνικές ομάδες που διαχειρί­ζονται θέματα τοξικομανίας στο δημόσιο χώρο, κα­θώς και με την πολιτική εξουσία (Τσίλη, 1996).
Μέσα σ’ αυτές τις δαιδαλώδεις διαδρομές εσωτερικεύει το ρόλο του εξιλαστήριου θύματος της οικογένειας και της κοινωνίας και διαμορφώνει ανάλογα τη συμπεριφορά του, με άξονα πάντα τη βία, προς τον εαυτό του και προς τους άλλους, μια βία που τροφοδοτεί το πλέγμα της παραβατικότητας και της καταστολής, μέσα στο οποίο εγκλωβί­ζεται τελικά.
Κουβαλώντας με ντροπή, πόνο και ενοχές το στίγμα του, μαστιγώνοντας ο ίδιος τον εαυτό του μέσα στην επώδυνη διαδικασία του αυτοστιγματισμού του, χάνεται στα βάθη της ανασφάλειας, του φόβου, της απαξίωσης και του κοινωνικού απο­κλεισμού. Έχοντας εσωτερικεύσει την εικόνα του ανάξιου και αποτυχημένου δεν βρίσκει ούτε την δύ­ναμη ούτε το κουράγιο να απευθυνθεί σ’ ένα πρό­γραμμα απεξάρτησης και να ζητήσει βοήθεια. Εί­ναι και αυτός ένας από τους λόγους που, μαζί με την έλλειψη θεραπευτικών προγραμμάτων, συμβάλλει στο να είναι μικρό σε σχέση με το σύνολο το ποσοστό των τοξικομανών που απευθύνονται σε «στεγνά» θεραπευτικά προγράμματα απεξάρτησης.
Ο στιγματισμός είναι ακόμα πιο μεγάλος όταν αφορά γυναίκες και μητέρες τοξικομανείς και γί­νεται διπλός όταν πρόκειται για άτομα διπλής διά­γνωσης, δηλαδή τοξικομανείς που παρουσιάζουν ταυτόχρονα και κάποιας μορφής ψυχική διαταρα­χή. Σ’ αυτές τις κατηγορίες των τοξικομανών η προσέλευση σε στεγνό πρόγραμμα απεξάρτησης είναι ακόμα πιο μικρή και η περιθωριοποίηση ακό­μα μεγαλύτερη.
Η ΤΟΞΙΚΟΜΑΝΙΑ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΕΝΩΝ
 Το κοινωνικά αποκλεισμένο άτομο είναι τόσο εξατομικευμένο, τόσο ισοπεδωμένο από το βάρος του στίγματος και της κοινωνικής απομόνωσης, τόσο αποθαρρυμένο που δεν μπορεί από μόνο του να αποτελέσει εστία ενεργητικής αντίστασης σ’ όλους εκείνους τους παράγοντες που προκαλούν και συντηρούν τον αποκλεισμό του.
Αντίθετα, αναπτύσσει εύκολα εξαρτήσεις από νόμιμες και παράνομες ουσίες στην απεγνωσμέ­νη «επιχείρηση φυγής» απ’ την τραγική καθημερινότητα.
Τα ποσοστά της τοξικομανίας στον χώρο των κοινωνικά αποκλεισμένων είναι υψηλά μολονότι υπάρχουν σοβαροί μεθοδολογικοί περιορισμοί που αφορούν τη συλλογή, την καταγραφή και τη συ­γκριτική εκτίμηση των δεδομένων.
Με βάση, πάντως, τα στοιχεία που διαθέτει αυ­τή τη στιγμή το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο για τα ναρκωτικά η κατάσταση είναι τραγική.
Έχει βρεθεί ότι το 45.8% των τοξικομανών στην Ευρώπη είναι άνεργοι. Στην Ελλάδα το ποσοστό εί­ναι ακόμα πιο υψηλό, φτάνοντας το 64,3%. Από τα επίσημα στοιχεία συνάγεται επίσης ότι ο μισός σχε­δόν πληθυσμός των τοξικομανών που απευθύνε­ται σε θεραπευτικά προγράμματα έχει εγκαταλείψει το σχολείο ή έχει εκδιωχθεί απ’ αυτό και δεν έχει καν ολοκληρώσει την πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Μπαζάλια1
Στο χώρο των φυλακισμένων περισσότεροι από τους μισούς (54%) κάνει χρήση ουσιών μέσα στη φυλακή και μάλιστα ενδοφλέβια (το 34%). Ένα με­γάλο ποσοστό αυτών (το 3-26%) άρχισε τη χρήση ενώ βρισκόταν στη φυλακή.
Σε σχέση με τους μετανάστες δεν υπάρχουν δια­θέσιμα στοιχεία. Μόνο ότι το 1,4% των τοξικομανών που απευθύνθηκαν σε θεραπευτικά προγράμματα το 2002 ήταν μετα­νάστες.
Υπάρχουν σοβαρές μελέτες σε πληθυσμούς αστέγων της Δανίας, της Γαλλίας και της Ιρλαν­δίας, που επιβεβαιώνουν τα μεγάλα ποσοστά τοξικομανίας. Η Ολλανδία και η Μ. Βρετανία αναφέ­ρουν ποσοστά τοξικομανίας 14-80% στους αστέ­γους που ζουν σε πρόχειρα καταλύματα και ακόμα μεγαλύτερα σ’ εκείνους που ζουν στο δρόμο. Από τα στοιχεία του ΕΚΤΕΠΝ φαίνεται ότι το 4,9% των χρηστών που απευθύνθηκαν σε θεραπευτικά προ­γράμματα μέσα στο 2001 ήταν άστεγοι.
Τα παιδιά των τοξικομανών που οι γονείς τους συνεχίζουν να κάνουν χρήση έχουν διπλάσια πι­θανότητα να εγκαταστήσουν κάποια τοξικομανία. Θεωρείται ότι αυτά τα παιδιά έχουν επικράτηση τοξικομανίας 37-49% στη διάρκεια της ζωής τους σε σύγκριση με ένα 29-39% των παιδιών των μη-χρηστών.
Τα παιδιά που έχουν υποστεί κακοποίηση (σε­ξουαλική και άλλη) μέσα και έξω από την οικο­γένεια έχουν πολλαπλάσια πιθανότητα να αναπτύξουν τοξικομανία. Από σχετική έρευνα στην Πορ­τογαλία φαίνεται ότι αυτή είναι επταπλάσια.
Στα παιδιά του δρόμου τα ποσοστά της τοξικο­μανίας είναι επίσης υψηλά, 2-8 φορές μεγαλύτε­ρα από ότι στον υπόλοιπο πληθυσμό. Οι ουσίες που χρησιμοποιούν αυτά τα παιδιά είναι βασικά το κρακ, η ηρωίνη και τα διαλυτικά.
Μεγάλα ποσοστά τοξικομανίας, ανευρίσκονται επίσης στα παιδιά που ζουν σε αναμορφωτήριο και δεν παρακολουθούν σχολείο. Στη Γαλλία το ποσο­στό αυτό φτάνει το 65%, ενώ στη Φινλανδία το 40%.
Μια ποιοτική μελέτη σε πόρνες της Ιταλίας έχει δείξει ότι άλλες κάνουν χρήση ναρκωτικών για να αντέξουν τις συνθήκες της ζωής τους, ενώ άλλες κάνουν πορνεία για να εξασφαλίσουν τα ναρκωτι­κά τους.
Τέλος πρέπει να πούμε ότι ένα μεγάλο ποσο­στό των ασθενών που βρίσκονται σε ψυχιατρεία ή άλλες ψυχιατρικές υπηρεσίες κάνει χρήση ναρ­κωτικών. Από σχετικές έρευνες στη Δανία το πο­σοστό αυτό φτάνει το 50-60%.
Βιβλιογραφία
Bauman, Z. (2005). Σπαταλημένες ζωές. Οι απόβλητοι της νεωτερικότητας. Αθήνα: Κατάρτι.
Baudry, P. (1997). «L’asocial» Aux frontières du social, L’exclu sαns la direction de Alain Gauthier, (85-104). Paris: L’ Harmattan.
Benasayag, M., Schmit, G. (2006). Les passions tristes. Paris: La Découverte poche.
Castel, R. (1996). «Les marginaux dans l’ Listoire». Στο «L’ exclusion L’ état des savoirs». Paris: La Découverte poche.
Castel, R. (1995). Les pièges de l’exclusion Lien social et politiques, RIAC.
Δρετάκης, M. (2006). H διαιώνιση της φτώχειας στην Ελλάδα, Εφη­μερίδα Ελευθεροτυηία, 21-22/4/2006.
Farge, A. (1994). Ο ζητιάνος. Ένας περιθωριακός;. Αθήνα: Ροές – Δοκίμια.
Foucault, M. (2002). Για την uπεράσπιση της κοινωνίας. Αθήνα: Ψυχογιός.
Giroux, H.-A. (2002). «Global capitalism and the return of the garrison State». Arena Journal, 19, 141-160.
Guérin, Ch. (1997). L’exclusion et son contraire. Στο συλλογικό τόμο Aux frontiers du social – «L’exclu» sous la direction d’Alain Gauthier. Paris: L’Harmattan.
Καβουνίδη, Τζ. (1996). Κοινωνικός αποκλεισμός, έννοια, κοινοτι­κές πρωτοβουλίες, ελληνική εμπειρία και διλήμματα πολιτικής. Στο συλλογικό τόμο με τίτλο: Διαστάσεις του κοινωνικού αποκλεισμού στην Ελλάδα. Αθήνα: ΕΚΚΕ.
Καραμεσίνη, M. (2004). Ανεργία, φτώχεια και κοινωνικός απο­κλεισμός. Στο συλλογικό τόμο με τίτλο: Φτώχεια και κοινωνι­κός αποκλεισμός, (399-438). Αθήνα: Εξάντας.
Καραπιδάκης, Ν. (2004). «Περιθωριακοί στη Μεσαιωνική Δύση». Εφημερίδα «Ελευθεροτυπία», ‘Ενθετο «Ιστορικά»: «Οι περιθωριακοί», 16/12/2004.
Lemke, Th. (2004). «Marx sans guillemets: Foucault, la gouvernementalité et la critique du néolibéralisme», Actuel Marx, 36.
Μιχαήλ, Σ. (1999). «Βιοεξουσία και απελευθέρωση», Τετράδια Ψυχιατρικής, 67, 29- 34.
Palmer, B. (2006). Κουλτούρες της νύχτας. Αθήνα: Σαββάλας.
Πανούσης, Γ. (2006). «Ο “γεννημένος εγκληματίας” ξαναγεννιέται;». Εφημερίδα «Ελευθεροτυπία», 31-8-2006.
Παπαδοπούλου, Δ. (2004). Η φύση του κοινωνικού αποκλεισμού στην ελληνική κοινωνία. Στο συλλογικό τόμο με τίτλο: Φτώχεια και κοινωνικός αποκλεισμός. Αθήνα: Εξάντας.
Paugam, S. (1996). Pauvreté et exclusion. La force des contrastes sociaux. Στο συλλογικό τόμο με τίτλο: L’exclusion L’état des savoirs. Paris: L’ Harmattan.
Τσίλη, Σ. (1996). Τοξικομανείς και κοινωνικός αποκλεισμός. Στο συλλογικό τόμο με τίτλο: Διαστάσεις του κοινωνικού αποκλεισμού στην Ελλάδα. Αθήνα: ΕΚΚΕ.
Φακιολάς, Ν., Στυλιαράς, Γ., Μουλά, Κ. (1996). Ο κοινωνικός αποκλεισμός των απεξαρτημένων ατόμων. Στο συλλογικό τόμο με τίτλο: Διαστάσεις του κοινωνικού αποκλεισμού στην Ελλάδα, τόμος Α’. Αθήνα: ΕΚΚΕ.
Walker, A., Walker, C. (2004). Britain divided: the growth of Social Exclusion in the 1980 and 1990’s London: Child Poverty Action Group. Στο συλλογικό τόμο με τίτλο: Φτώχεια και κοι­νωνικός αποκλεισμός, Πετμετζίδου, Μ., Παπαθεοδώρου, Χρ. (Εηιμ.), Ruth Levitas: «Η έννοια του κοινωνικού αηοκλεισμού και η νέα ντυρκεμιανή ηγεμονία». Αθήνα: Εξάντας.
EMCDDA, Annual Report on the state of the drug problem in the European Union and Norway, 2002.
(Αναδημοσίευση από το πρώτο τεύχος της τριμηνιαίας έκδοσης του ΑΠΘ, για θέματα Υγείας και Κοινωνικού Αποκλεισμού, «Κοινωνία και Ψυχική Υγεία»).
Η επιστημονική επιτροπή αποτελείται από τους: Δικαίου Μαρία, Ζαφειρίδης Φοίβος, Μεγαλοοικονόμου Θεόδωρος, Μιχαήλ Σάββας, Μπακιρτζής Κων/νος, Μπιτζαράκης Παντελής, Πανταζής Παύλος, Παπαϊωάννου Σκεύος, Φαφαλιού Μαρία
Εκδότης – Διευθυντής Μπαϊρακτάρης Κώστας
Συντακτική Ομάδα: Γεωργάκα Ευγενία, Λαϊνάς Σωτήρης, Σταμάτη Γιούλη, Φίγγου Λία, Φραγκιαδάκης Κων/νος
Εποπτεία Τεύχους: Παπαϊωάννου Σκεύος, Μιχαήλ Σάββας
Επιμέλεια κειμένων Σταμάτη Γιούλη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου